Εμπόριο και Βιώσιμη ανάπτυξη: ποιοτικό άλμα με ανταποδοτικά οφέλη

Karanikas-mikro

Η πανδημία αποκάλυψε με τραγικό τρόπο την αναγκαιότητα ανάληψης πρωτοβουλιών σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η κυρίαρχη τάση και αυτό που υποστηρίζουν διεθνείς οργανισμοί είναι η αλλαγή των καταναλωτικών προτύπων. Σήμερα, βάσει στοιχείων του ΟΟΣΑ ο μέσος άνθρωπος αγοράζει 60% περισσότερα είδη ένδυσης, σε σύγκριση με πριν από 15 χρόνια, ενώ τα διατηρεί για το μισό χρονικό διάστημα απ’ όσο συνήθιζε. Στην Ευρώπη, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΕ το 2012, ο μέσος πολίτης πετάει 173 κιλά απορρίμματα τροφίμων, ενώ μόνο το 30% των πλαστικών αποβλήτων πάει για ανακύκλωση.

Τον Σεπτέμβριο του 2015, περισσότεροι από 150 ηγέτες από όλο τον κόσμο ενέκριναν στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ 17 στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Ένας εξ’ αυτών αναφέρεται στην υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή, δημιουργώντας νέα δεδομένα για τον κλάδο του εμπορίου. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκε και η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία που παρέχει ένα σχέδιο δράσης ώστε να καταστεί η Ευρώπη η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος μέχρι το 2050 μέσα από μια κυκλική οικονομία.

Η Ελλάδα στο πεδίο της διαχείρισης απορριμμάτων έχει χαμηλές επιδόσεις. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ του 2014, τα αστικά απόβλητα υπολογίζονται σε 506 κιλά/κατά κεφαλήν, το 19% των αποβλήτων ανακυκλώνονται ή κομποστοποιούνται και το 81% καταλήγει σε χώρους υγειονομικής ταφής. Αντιμετωπίζουμε την επαναχρησιμοποίηση την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση με ελλιπείς γνώσεις και χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι το γραμμικό μοντέλο προμήθεια-παραγωγή-απόρριψη πρέπει να αντικατασταθεί από ένα μοντέλο παράτασης του χρόνου ζωής των υλικών. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συζητά εδώ και λίγα χρόνια έχει ανακινήσει το ζήτημα της επιμήκυνσης της διάρκειας ζωής των προϊόντων, ζητά οικολογικό σχεδιασμό με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Ποιες είναι οι νέες προκλήσεις, λοιπόν, που θέτει αυτή η στροφή προς την κυκλική οικονομία στον κλάδο του εμπορίου;

Το 5% των αποβλήτων της ΕΕ προέρχεται από το λιανικό ή το χονδρικό εμπόριο. Πρόκειται για ένα μικρό ποσοστό σε σχέση με το επιβαρυντικό αποτύπωμα άλλων κλάδων προς το περιβάλλον. Ωστόσο το γεγονός ότι το εμπόριο λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης προσδίδει ιδιαίτερη σημασία στη συμπεριφορά του κλάδου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου, είτε δραστηριοποιούνται στο χονδρικό εμπόριο, είτε στο λιανικό εμπόριο, είτε είναι εισαγωγικές, είτε μεγάλες αλυσίδες, είτε μικρά μαγαζιά οφείλουν να καλύπτουν τις υποχρεώσεις τους προς την ανακύκλωση. Στη χώρα μας, το πρώτο τεστ έγινε με τη μαζική συμμόρφωση του κλάδου στην κατάργηση της πλαστικής σακούλας.

Διαφαίνονται, επίσης, και άλλες αλλαγές που ίσως αλλάξουν πολλά δεδομένα για τον κλάδο. Η πανδημία έγινε η αιτία να αρχίσει να συζητείται το αποτύπωμα της «γρήγορης μόδας» στο περιβάλλον, δεδομένου ότι η βιομηχανία της μόδας αποτελεί τη δεύτερη πιο επιβαρυντική βιομηχανία μετά το πετρέλαιο για τον πλανήτη. Οι καταναλωτές φαίνεται να θεωρούν τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματός της απαραίτητη. Αυτό αφενός οδηγεί τις πολυεθνικές επιχειρήσεις της μόδας να στρέφονται στην οικολογική παραγωγή και εμπορία, υιοθετώντας βιώσιμες στρατηγικές. Αφετέρου δε, δημιουργεί την ευκαιρία για μικρές βιοτεχνικές μονάδες να εστιάσουν στην οικολογική εγχώρια τοπική παραγωγή και τη σύνδεσή τους με το τοπικό εμπόριο. Άλλη μια σημαντική αλλαγή που ήδη τη βλέπουμε στην αγορά είναι η σύνδεση χρηματοδοτικών εργαλείων με κριτήρια περιβάλλοντος και κοινωνικής και εταιρικής ευθύνης. Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις προκειμένου να μπορούν να χρηματοδοτηθούν θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ενσωμάτωση περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εταιρικής διακυβέρνησης κριτηρίων (ΕSG).

Ο πράσινος αυτός μετασχηματισμός της οικονομίας- που αποτυπώνεται και στα 12 δις ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης που θα διατεθούν για την πράσινη ανάπτυξη- μπορεί να τροφοδοτήσει ένα ποιοτικό άλμα στον κλάδο του εμπορίου. Δηλαδή, να πυροδοτήσει την εγχώρια παραγωγή και μεταποίηση και μάλιστα με αποκεντρωμένη διάσταση ώστε να διασφαλίζεται η διαπεριφερειακή και κοινωνική συνοχή με πολλαπλές θετικές επιδράσεις για τον κλάδο. Ο διάλογος για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρος από ποτέ και ο κλάδος του εμπορίου πρέπει να συμβάλλει με εποικοδομητικές προτάσεις και πρωτοβουλίες, παρότι προέχει η επίλυση στα άμεσα προβλήματα που σχετίζονται με την επιβίωση της μικρομεσαίας εμπορικής επιχείρησης.

Άρθρο του Προέδρου της ΕΣΕΕ κ. Γιώργου Καρανίκα στην Εφημερίδα των Συντακτών, 27/3/2021