Χαιρετισμός Προέδρου ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη στο Συνέδριο της ΓΣΕΒΕΕ «Μικρομεσαία επιχείρηση: Οικονομική προϋπόθεση της Δημοκρατίας»

28685074_2000223960251448_5629757638336200082_n

Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης στον χαιρετισμό του κατά την πρώτη ημέρα της Διεθνούς Συνάντησης των Αθηνών για τις ΜμΕ με θέμα: ΜμΕ & Οικονομική Δημοκρατία: μοχλοί ανάπτυξης και καινοτομίας, αφού συνεχάρη τον Πρόεδρο και το ΔΣ της ΓΣΕΒΕΕ για τη διοργάνωση αυτή προέβη στη παρακάτω τοποθέτηση:

«Στην τοποθέτησή μου θα αναφερθώ αρχικά στη σχέση της μικρομεσαίας επιχείρησης, με την Ευημερία και τη Δημοκρατία. Μια σχέση που έχει αναγνωστεί ήδη από την αρχαία ελληνική πραγματεία, όταν ο Αριστοτέλης στα πολιτικά του, ανέδειξε τη σημασία της μεσαίας τάξης για τη διατήρηση της Δημοκρατίας. Από τότε σε όλα τα πλαίσια συζήτησης έχει συμφωνηθεί ότι η μεσαία τάξη συμβάλλει στην ενίσχυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Κάτι που πολύ πρόσφατα έχει υποστηρίξει και ο Lipset, όταν έλεγε ότι «όσο περισσότερο ευημερεί μια χώρα, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να διατηρηθεί σε αυτήν η δημοκρατία».  Και πλέον όλοι γνωρίζουμε, μετά από την δεκαετή κρίση στη χώρα μας, ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις συνιστούν βασικό παράγοντα της ευημερίας μας. Προσφέρουν εργασία σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, άρα καταπολεμούν την ανεργία.

 Φίλες και φίλοι, πιστεύω ακράδαντα και τολμώ να πω ότι:

Χωρίς μεσαία τάξη δεν υπάρχει Δημοκρατία και χωρίς μικρομεσαία επιχείρηση δεν υπάρχει οικονομία.

 Στη χώρα μας, οι «μικροί» σε μια αναπτυσσόμενη περιφέρεια, με ορεινές περιοχές και πολλά νησιά, επιτελούμε έναν ακόμη ρόλο. Αυτόν του θεματοφύλακα της κοινωνικής συνοχής, της συγκράτησης του πληθυσμού στην περιφέρεια, της διατήρησης της πολιτισμικής παράδοσης.

Η οικονομική αποτελεσματικότητα τίθεται κατά αυτόν ως θεμελιώδης για τη δημοκρατική λειτουργία. Επομένως, αν θέλουμε να συμβάλουμε στην εμβάθυνση της οικονομικής δημοκρατίας, χρειάζεται να ενστερνιστούμε τη συσχέτιση που κάνει ο Lipset της δημοκρατίας όχι μόνο με τη στενή έννοια της οικονομικής μεγέθυνσης αλλά και με τη συνολική κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, η οποία μπορεί να παραγάγει γενικευμένη ευημερία. Στο ίδιο πλαίσιο και με τις ίδιες σκέψεις, μιας και το Συνέδριο είναι αφιερωμένο στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, θα ήθελα να μιλήσω λίγο για το ψευδεπίγραφο δίλημμα για τη μικρή και μεσαία επιχείρηση που τίθεται από ορισμένους: μεγέθυνση ή θάνατος;

Όχι βεβαίως, η απάντηση μου είναι νοικοκυριό και οργάνωση.

Την απάντηση αυτή μπορεί οποιοσδήποτε να τη βρει στις σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Η ανάπτυξη του νεοελληνικού κράτους κυρίως βασίστηκε στη μικροϊδιοκτησία- στις μικρές και μεσαίες αγροτικές εκμεταλλεύσεις και στις μικρές και μεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις. Μοντέλο που χλευάστηκε από πολλούς! Αλλά με αυτό πορευτήκαμε και μπήκαμε στην Ευρώπη.

Κι ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες στηρίχθηκαν  κυρίως στη μεγάλη βιομηχανία τους για να ανθίσουν οικονομικά, την ανάπτυξη της Ελλάδας στήριξαν κυρίως οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η παρουσία μεγάλων επιχειρήσεων ήταν πάντοτε περιορισμένη.

Είναι ένας μύθος ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι καταδικασμένες σε θάνατο, αν δεν μεγεθυνθούν. Το ζητούμενο είναι να γίνουν ευέλικτες και να οργανωθούν.

Άλλωστε, κατά τη διάρκεια της κρίσης, το δόγμα υπέρ της σωτήριας μεγάλης επιχείρησης κατέρρευσε, από τη στιγμή που πολλές μεγάλες επιχειρήσεις συγχωνεύθηκαν, εξαγοράστηκαν, πουλήθηκαν σε ξένα funds ή μετανάστευσαν σε φορολογικά ευνοϊκότερες χώρες. Σε αντίθεση με εμάς, που παρά το «μειονέκτημα» να είμαστε μικροί, δείξαμε μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό πατριωτισμό.

Το τελευταίο διάστημα το επαναλαμβάνω συχνά: Εμείς οι «μικροί» προσφέρουμε το 60% των θέσεων εργασίας, σχεδόν το διπλάσιο αντίστοιχο μερίδιο που προσφέρουν οι «micro» επιχειρήσεις στην Ευρώπη.

Το υπογραμμίζω για να μη συγχέουμε διαφορετικές κατηγοριοποιήσεις και καταλήγουμε σε λανθασμένα συμπεράσματα. Για την Ελλάδα όταν γίνεται λόγος για μικρούς και μικρομεσαία επιχείρηση εννοούμε τον κύριο όγκο των επιχειρήσεων.

Είναι εντυπωσιακό ότι οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται αντί να περιορίζουν την ύφεση, την επιτείνουν. Η συνταγή της άκρατης λιτότητας χωρίς επενδύσεις οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο. Τα συνήθη υποζύγια των μέτρων είναι οι Έλληνες φορολογούμενοι, φυσικά και νομικά πρόσωπα.

Χωρίς όμως να γίνονται οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο κράτος. Ακόμη συζητούμε:

  1. Για μια καθολική μεταρρύθμιση στο φορολογικό. Για ένα σύγχρονο, απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα που θα ενισχύει τη δίκαιη κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου και θα είναι φιλικό προς την επιχειρηματικότητα.
  2. Για μια καθολική μεταρρύθμιση στη Δημόσια Διοίκηση. Για τη δημιουργία σύγχρονων δομών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, που θα αποδομούν τη γραφειοκρατία.

iii. Για έναν καθολικό εκσυγχρονισμό στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, ώστε να γίνει ταχύτερο και αποδοτικότερο.

iiii. Για παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας με στόχο την καταπολέμηση της πολύ υψηλής ανεργίας και του κλιμακούμενου brain drain.

Μετράμε 10 χρόνια ύφεσης και αυτά τα ζητήματα δεν τα έχουμε αντιμετωπίσει.

Είναι αυτά, ωστόσο, που θα συμβάλλουν στην ισορροπημένη συγκέντρωση εισοδήματος, πλούτου και επομένως, οικονομικής δύναμης μεταξύ του Βορρά και του Νότου της Ευρώπης. Όσο δεν αντιμετωπίζουμε αυτά τα ζητήματα, όσο υπηρετούμε τη λιτότητα δίχως επενδύσεις, η ανάπτυξη ακόμη και εάν έρθει θα είναι εφήμερη.

 Στην προσπάθεια για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία, θέση έχουμε όλοι: μικροί, μεσαίοι, μεγάλοι. Από διαφορετικό μετερίζι ο καθένας χωρίς εύκολους αφορισμούς, αλλά και με κοινό στόχο. Οι κοινωνικοί εταίροι, τουλάχιστον, οφείλουμε να μην τροχοδρομούμε σε τέτοιες επικίνδυνες απλουστεύσεις, που αντί να εμβαθύνουν τη θέση μας, την εργαλειοποιούν.

Ολοκληρώνοντας,

Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων είναι πολυδιάστατος, ξεκίνησε με συντεχνίες και συνδικάτα εργαζομένων τον 19ο αιώνα, ενώ στη πορεία εξελίχθηκε σε οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων, αντιπροσώπους φορέων, εκπροσώπους συμφερόντων αλλά και σε δικαιούχους ευρωπαϊκών κοινωνικών ταμείων. Οι κοινωνικοί εταίροι στην εμβάθυνση της οικονομικής δημοκρατίας κατάφεραν να έχουν βαρύνουσα γνώμη στον κοινωνικό διάλογο, να διαμορφώνουν πολιτική, να προσφέρουν εχέγγυα, να παίρνουν δύσκολες αποφάσεις, να δίνουν ποιοτικές λύσεις και να έχουν κερδίσει την αποδοχή τους. Όλοι μαζί, συνδυαστικά και όχι ανταγωνιστικά, οφείλουμε να συνεχίσουμε αυτή την προσπάθεια.»