Οι προοπτικές του λιανεμπορίου και τα εμπόδια που συναντά λόγω των νέων μέτρων

Ο εμπορικός κόσμος έχει βιώσει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο επαγγελματικό κλάδο τα τελευταία χρόνια τις δυσμενέστατες συνέπειες της οικονομικής κρίσης, κυρίως από την υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης και τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των συντελεστών ΦΠΑ. Οι επικείμενες επιβαρύνσεις από την αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ στο 24% από την 1η Ιουνίου με στόχο έσοδα 450 εκατ. ευρώ θα οδηγήσουν στην απεμπόληση πληθώρας εθνικών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων και στην ασύμμετρη επιβάρυνση του μέσου καταναλωτή.Η σωρευτική δημοσιονομική απόδοση της νέας αύξησης ΦΠΑ στους κλάδους του Χονδρικού, Λιανικού Εμπορίου αλλά και σε εκείνον των Αυτοκινήτων για το τρέχον έτος προσεγγίζει τα 389 εκ. ευρώ σε σύνολο 437 εκ. για όλο το 2016 συνυπολογιζομένης βεβαίως και της επίδρασης των ήδη εφαρμοσθέντων μέτρων του προηγούμενου Ιουλίου. Το μεγαλύτερο βάρος θα κληθεί να σηκώσει το Χονδρικό Εμπόριο (+222 εκ. ευρώ), ενώ ιδιαίτερα επιζήμιες θα είναι οι επιπτώσεις στην κατανάλωση χιλιάδων αγαθών ευρείας κατανάλωσης, όπως τα συσκευασμένα προϊόντα και τρόφιμα  (κυρίως σε Supermarkets), τα καύσιμα, η ένδυση και υπόδηση και μία σειρά παρεχόμενων υπηρεσιών, όπως οι ιατρικές, καλλιτεχνικές κ.α. Σε κάθε περίπτωση, η επιλεχθείσα πρακτική της αδιάκριτης και  οριζόντιας επιβάρυνσης εκτιμάται πως θα δεν θα αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς όχι μόνο θα οξυνθεί το φαινόμενο της φοροδιαφυγής αλλά ταυτόχρονα θα οδηγηθούν σε μαρασμό χιλιάδες επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, θα προκαλέσει κατακόρυφη άνοδο στο κόστος των οδικών και των ακτοπλοϊκών μεταφορών, όπου σε συνδυασμό με την κατάργηση του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου και την εξομοίωσή του με εκείνο της υπόλοιπης Επικράτειας, οι κάτοικοι της νησιωτικής Ελλάδας θα βιώσουν μία δραματική συρρίκνωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματός τους, αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν στο συγκριτικά  αυξημένο, σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα, κόστος διαβίωσης που αντιμετωπίζουν.

Είναι προφανές ότι η επιχειρούμενη φορολογική μεταρρύθμιση δεν στοχεύει στην παροχή αναπτυξιακών κινήτρων, παρά μόνο στην απομύζηση ολοένα και περισσότερων πόρων, από τους οικονομικά ασθενέστερους. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες προσδοκούσαμε την τόνωση της καταναλωτικής δαπάνης μέσα από την ενδυνάμωση και τον εκσυγχρονισμό της φορολογικής διοίκησης (ηλεκτρονικές διασταυρώσεις των δηλωθέντων στοιχείων, λογισμικά ανίχνευσης και πάταξης της φοροδιαφυγής ιδίως στο ΦΠΑ, η διασύνδεση των ταμειακών με τη ΓΓΠΣ κ.α.), αλλά δυστυχώς βλέπουμε να ακολουθείται για ακόμη μια φορά μια αποτυχημένη συνταγή αντίθετη με τις ανάγκες της αγοράς.

Άρθρο Προέδρου ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη για το Reporter στις 27 Μαΐου 2016