Οικονομική «Ιφιγένεια» η ελληνική επιχειρηματικότητα για την επίτευξη συμφωνίας

Οι προτεινόμενες αλλαγές που προβλέπουν την αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 26% στο 29%, για εκείνες με ετήσια κέρδη άνω των €100.000 κατά τη διάρκεια του 2015  και μία επιπρόσθετη «φορο-τιμωρία» του 12% στην κερδοφορία άνω του €1 εκ. για την χρήση του 2014, εκτός από αντι-αναπτυξιακές είναι άκρως τιμωρητικές για την ελληνική αγορά. Επιβεβαιώνεται για ακόμα μία φορά η τάση για «ενοχοποίηση» της επιχειρηματικότητας, η ιδιόμορφη «ποινικοποίηση» της κερδοφορίας και η τελική «τιμωρία» που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις διαμέσου της υπερφορολόγησης. Οι ελληνικές προτάσεις προς τους εταίρους επιβεβαιώνουν ότι η μικρομεσαία επιχείρηση στην Ελλάδα γίνεται αντιληπτή ως ένα «πολιτικό και οικονομικό λάφυρο» συναλλαγής και εύκολης ανταλλαγής της εκάστοτε Κυβέρνησης με τους Δανειστές. Όσο για τους «ιατρικού» τύπου ευφημισμούς περί «ραχοκοκαλιάς» της οικονομίας, είναι πλέον βέβαιο ότι αυτού υπονοούν τη «ραχοκοκαλιά» της άκρας φορολογίας.

Μία συγκριτική ανάλυση ανάμεσα στις περιπτώσεις των χωρών της Ε.Ε, είναι δηλωτικός για το τεράστιο οικονομικό βάρος που εξακολουθούν να πληρώνουν οι Μμε στην Ελλάδα και το παράλογο της διαρκούς φορο-επιδρομής πάνω στην ελληνική αγορά. Ο ανώτατος συντελεστής φορολόγησης των νομικών προσώπων  στην Ελλάδα, της τάξεως του 26% (βλ. Πίνακα 1),  υπερβαίνει  αντίστοιχους πιο προηγμένων και περισσότερο  ανεπτυγμένων χωρών όπως η Ολλανδία, η Αυστρία, η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπρόσθετα, και  για τις χώρες οι οποίες διαθέτουν δυσμενέστερο καθεστώς φορολόγησης των εταιρειών τους (Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία), η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών (από τη φορολογική διοίκηση) που απολαμβάνουν τα εν λόγω νομικά πρόσωπα αντισταθμίζει πλήρως τους επαχθέστερους φορολογικούς συντελεστές επί των εταιρικών κερδών.  Ίσως όμως η σημαντικότερη παράμετρος έγκειται στο γεγονός πως ο ανώτατος συντελεστής 26% στην πραγματικότητα είναι μεγαλύτερος, αν αναλογιστεί κανείς  την επιβολή έκτακτων φορολογικών επιβαρύνσεων εν καιρώ μάλιστα οικονομικής ύφεσης, όπως η έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης, το τέλος επιτηδεύματος κ.α.

Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι χώρες εκτός Ευρωζώνης αλλά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Βουλγαρία και  η Ρουμανία αλλά και ορισμένες εντός της νομισματικής Ένωσης συνεχίζουν να διατηρούν ιδιαίτερα χαμηλούς συντελεστές στη φορολόγηση των εταιρειών, ως μέσο προσέλκυσης επενδύσεων. Και αν το επιχείρημα για τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης εδράζεται στη μη οικονομική ευρωστία που τις χαρακτηρίζει, κάτι τέτοιο δεν ισχύει για την Κύπρο και την Ιρλανδία, οι οποίες έχοντας ακόμα νωπές τις καταστροφικές συνέπειες των μνημονιακών επιταγών, αρνήθηκαν, τουλάχιστον στον τομέα φορολόγησης των εταιρικών κερδών, την υιοθέτηση υφεσιακών και αντιαναπτυξιακών μέτρων (υψηλή φορολόγηση). Προς επίρρωση των παραπάνω απόψεων και με βάση τα στοιχεία του Πίνακα 2, στην Ελλάδα η αύξηση του ανώτατου φορολογικού συντελεστή επί των εταιρικών κερδών  είναι της τάξης του 30% και συγκεκριμένα ανήλθε στο 26% από 20% και ακολουθεί η Κύπρος με αύξηση των συντελεστών κατά 12,5% (στο 12,5% από 10,0%). Οι  μεγαλύτερες ποσοστιαίες αυξήσεις καταγράφονται στη Σερβία και στην Αλβανία (50%) κατά τη διάρκεια του 2014, ενώ αντίθετα μείωση των συντελεστών παρατηρείται  στη Σουηδία (16,35%), στη Φινλανδία (18,37%) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (12,5%).

Σαν συμπέρασμα και σε πλήρη αντίθεση με την κοινή λογική, φαίνεται ότι το ελληνικό φορολογικό καθεστώς, από πλευράς των ανώτατων επιβαλλόμενων συντελεστών στα νομικά πρόσωπα,  βρίσκεται τόσο πάνω από το Μέσο Όρο των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (22,9%) όσο και από αυτών της Ευρωζώνης (25,3%), καθιστώντας επιτακτική την αναθεώρηση του υπάρχοντος φορολογικού πλαισίου και όχι την επιπλέον επιβάρυνσή του. Αυτή είναι η εικόνα που πρέπει να έχουμε στο νου μας όταν προτείνουμε φορολογικά ισοδύναμα μέτρα για να καλύψουμε κενά, καθώς σε πολλές περιπτώσεις ο συμβιβασμός μπορεί να προϋποθέτει και την οικονομική εξάντληση κάποιων κοινωνικών ομάδων.

Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο ότι εφόσον στον προϋπολογισμό του 2015 τα φορολογητέα κέρδη των επιχειρήσεων θα κινούνται μεταξύ €14,5 – €15,0 δις (αναμενόμενα φορολογικά έσοδα €2,74 δις από νομικά πρόσωπα), το επιπλέον 3% φορολόγησης δεν θα αυξήσει τα δημόσια έσοδα κατά €450 εκ. αλλά αντίθετα τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στο δημόσιο, δεδομένου του νέου κύματος «λουκέτων» που αναπόφευκτα θα επέλθει στην αγορά. Εάν oι εμπνευστές της ελληνικής πρότασης είναι πεπεισμένοι ότι θυσιάζοντας την ελληνική επιχειρηματικότητα, ως μία σύγχρονη οικονομική «Ιφιγένεια», θα σωθεί η Χώρα, οφείλουν τουλάχιστον να μας πείσουν για αυτό με σοβαρά και ουσιαστικά επιχειρήματα και σε αυτή την περίπτωση να είναι βέβαιοι ότι θα το δεχτούμε. Άλλωστε, θα συμβεί για δέκατη φορά, αφού έχουμε ήδη υποστεί αυξήσεις φόρων, εννέα φορές καθ’ όλη την πενταετία. Γι’ αυτόν τον λόγο αναρωτιόμαστε τελικά: ποιά είναι η διαφορά μεταξύ της «τιμωρητικής λιτότητας» του Μνημονίου και των αντι-αναπτυξιακών μέτρων της συμφωνίας;

Είναι γεγονός ότι το κλίμα έχει αρχίσει να βαραίνει επικίνδυνα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Έχουμε καταλάβει για τα καλά, ότι κοστίζει ακριβά να είσαι Έλληνας στη Χώρα σου και κοστίζει ακόμα ακριβότερα να είσαι συνεπής επιχειρηματίας στην Ελλάδα. Το μαρτύριο να συμφωνούμε το πρωί και να χρεοκοπούμε το βράδυ, έχει απογοητεύσει και τους πλέον αισιόδοξους, ενώ έχει εξαντλήσει τη συναλλακτική εμπιστοσύνη στην αγορά. Από την άλλη, ο λογαριασμός των προτεινόμενων δημοσίων εσόδων είναι πολύ μεγάλος, αφού αναζητούνται €1,38 δις από την αύξηση του ΦΠΑ και άλλα περίπου €1,65 δις από την αύξηση της φορολόγησης των επιχειρήσεων. Επιπλέον, η μεσοσταθμική αύξηση σε βασικά αγαθά θα κυμανθεί από 8-10%, ενώ η παραπάνω επιβάρυνση στους νησιώτες προσεγγίζει το 13%. Αθροιστικά οι φορολογικές αυξήσεις στην Εστίαση και τον Τουρισμό, υπολογίζονται στα €785  εκ. και στις μεταφορές €520 εκ., σύμφωνα με τις παράλογες απαιτήσεις των δανειστών. Απορώ ειλικρινά με τους δανειστές μας, αν πράγματι πιστεύουν ότι μπορούν να βρεθούν όλα αυτά τα χρήματα από μια ελληνική αγορά σε ακινησία;

Οι Έλληνες φτωχύναμε για να μη πτωχεύσει η Χώρα μας. Το σενάριο χρεοκοπίας της Ελλάδας το θεωρώ εθνική ντροπή. Ως εκ τούτου πιστεύω ότι ο πολιτικός κόσμος δεν έχει το δικαίωμα σε αυτή τη κρίσιμη στιγμή να αντιπολιτεύεται τη λαϊκή εντολή συμφωνίας για τη παραμονή μας στο Ευρωζώνη. Η συμφωνία μπορεί να μην διαφαίνεται για να καταλήξει πλέον  έντιμη και επωφελής, αλλά μάλλον πολύ μέτρια και επώδυνη, όμως ακόμα και έτσι, εξακολουθεί να είναι απαραίτητη και σωτήρια για την οικονομία και την κοινωνία της Χώρας μας. Κάθε άλλη καταστροφική εξέλιξη θα είναι άδικη για τις θυσίες των έξι ετών ύφεσης. Η ρήξη δεν είναι λύση, αλλά ήττα!

 

 

Πίνακες: Φορολογικοί συντελεστές επί των εταιρικών κερδών σε Ελλάδα και Ευρώπη

Πίνακας 1: Προσαρμοσμένοι ανώτατοι φορολογικοί συντελεστές  επί των εταιρικών κερδών (νομικά πρόσωπα) το 2014
Γαλλία 38,0%
Μάλτα 35,0%
Βέλγιο 34,0%
Πορτογαλία 31,5%
Ιταλία 31,4%
Γερμανία 30,2%
Ισπανία 30,0%
Ελλάδα 26,0%
Ολλανδία 25,0%
Αυστρία 25,0%
Δανία 24,5%
Ηνωμένο Βασίλειο 21,0%
Φινλανδία 20,0%
Πολωνία 19,0%
Ρουμανία 16,0%
Κύπρος 12,5%
Ιρλανδία 12,5%
Βουλγαρία 10,0%
Μ.Ο. Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) 22,9%
Μ.Ο. Ευρωζώνης  (18) 25,3%
Πηγή: Eurostat,  2014

 

 

Πίνακας 2: Ευρωπαϊκές χώρες που αύξησαν τη φορολογία των επιχειρήσεών τους  τη διετία 2013 – 2014
Χώρες Προηγούμενος φορολογικός συντελεστής Υφιστάμενος φορολογικός συντελεστής (%)

Αύξηση

Αλβανία 10,0% 15,0% 50,0%
Σερβία 10,0% 15,0% 50,0%
Ελλάδα 20,0% 26,0% 30,0%
Κύπρος 10,0% 12,5% 25,0%
Σλοβακία 19,0% 22,0% 15,79%
Λουξεμβούργο 28,8% 29,22% 1,46%

 

Άρθρο του Προέδρου της ΕΣΣΕ κ. Βασίλη Κορκίδη στις 17 Ιουνίου 2015