Η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα

Το πρόβλημα της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα παραμένει σταθερά το πιο σημαντικό της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Αφενός, γιατί μια απλή απεικόνιση των επιτοκίων των νέων και των υφιστάμενων επαγγελματικών και επιχειρηματικών δανείων δείχνει ότι το κόστος χρηματοδότησης για την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα παραμένει σε εξαιρετικά υψηλό, αν όχι απαγορευτικό, επίπεδο και σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Αφετέρου δε, γιατί οι τράπεζες είναι αντιμέτωπες με τους στόχους που έχει θέσει η ΕΚΤ έως το 2019 για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τα προβληματικά αποτελέσματα των 60 δις ευρώ επιχειρηματικών «κόκκινων δανείων» περιορίζουν και καθυστερούν την έξοδο των ελληνικών τραπεζών στις αγορές, ώστε να καλύψουν τις κεφαλαιακές τους ανάγκες και κατ´επέκταση τις χρηματοδοτικές ανάγκες της υγιούς επιχειρηματικότητας. Ευελπιστούμε, ωστόσο, η επιστροφή των καταθέσεων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα να δώσει τη δυνατότητα στις τράπεζες να επιτελέσουν την κύρια αποστολή τους, δηλαδή αυτή της προσεκτικής χορήγησης πιστώσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Στην ίδια κατεύθυνση, θεωρούμε ότι θα συμβάλει σημαντικά η σύσταση της Αναπτυξιακής Τράπεζας των μικρομεσαίων -ΑΤΜΕ- η οποία αποτελεί πάγιο αίτημα των μικρομεσαίων της αγοράς, καθώς αναμένεται να τονώσει τη ρευστότητα των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Η επιστροφή στη κανονικότητα ροής κεφαλαίων στην πραγματική οικονομία πρέπει να επιδιωχθεί από όλες τις πλευρές και με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Η βελτίωση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία είναι αυτή που μπορεί να δώσει προοπτικές ανάπτυξης των ελληνικών επιχειρήσεων που κατάφεραν να ανταπεξέλθουν και να επιβιώσουν σε μία δραματική μείωση του τζίρου τους κατά 102 δις ευρώ από το 2008 μέχρι σήμερα.

Σε κάθε περίπτωση η νέα χαλάρωση των capital controls είναι ένα μέτρο σε θετική κατεύθυνση. Το ελληνικό εμπόριο από την πρώτη στιγμή που είχαν επιβληθεί οι περιορισμοί στις ροές κεφαλαίων είχε επισημάνει τους κινδύνους αλλά και τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζαν οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες τόσο στις εγχώριες όσο και στις διεθνείς δραστηριότητες και συναλλαγές τους. Επομένως, κάθε νέα χαλάρωση με απώτερο στόχο την πλήρη κατάργησή τους επαναφέρει την κανονικότητα στην επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα. Ωστόσο, οι τελευταίες αλλαγές των capital controls καταργούν τους δύο πυλώνες περιορισμού αναφορικά με την ανάληψη μετρητών και της κίνησης κεφαλαίων εντός της Χώρας και παραμένει ο τρίτος πυλώνας που αφορά στη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό, αλλά με αύξηση του ποσού από 40.000 ευρώ σε 100.000 ευρώ για κάθε συναλλαγή, ανά πελάτη και ανά ημέρα. Η πλήρης απελευθέρωση από τα Capital Controls θα βοηθήσει την επιχειρηματικότητα της χώρας, αφού θα περάσει ένα μήνυμα εμπιστοσύνης για το τραπεζικό μας σύστημα και θα αποκαταστήσει την εμπορική πίστη των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό.

Το βάρος της οικονομικής πολιτικής από εδώ και πέρα θα πρέπει να στραφεί στα ζητήματα που καθορίζουν τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να αποτελέσει η διασφάλιση της ομαλής και με χαμηλό κόστος χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας. Αυτό θα επιτρέψει την σταδιακή αποκατάσταση της τραπεζικής στήριξης προς τον ιδιωτικό τομέα και αναμένεται να οδηγήσει σε ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως έχουν δείξει διεθνείς μελέτες, η απουσία τραπεζικής χρηματοδότησης οδηγεί σε χαμηλότερους ρυθμούς μεγέθυνσης και πιο αναιμική ανάκαμψη κατά την οποία επηρεάζονται αρνητικά οι επιχειρήσεις όλων των κλάδων και οι επενδυτικές δραστηριότητες που βασίζονται σε εξωτερική χρηματοδότηση. Το πλέον βασικό ζητούμενο σε αυτή την κατεύθυνση είναι η συνέχιση της αποκλιμάκωσης του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η βελτίωση των ισολογισμών των τραπεζών που θα τις θωρακίσει από κερδοσκοπικούς κινδύνους, ενώ θα τους επιτρέψει να παρέχουν περισσότερη ρευστότητα στην ελληνική αγορά.

Άρθρο Προέδρου ΕΣΕΕ & ΕΒΕΠ Βασίλη Κορκίδη για το τραπεζικό σύστημα, την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων για την κυριακάτικη εφημερίδα «ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ» στον δημοσιογράφο ΧΡΟΝΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟ (5/10/2018)