Από την έκβαση της διαπραγμάτευσης θα κριθεί ο θάνατος ή αναγέννηση των ΜμΕ

Δυο μήνες μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και κατόπιν μιας σειράς συναντήσεων των θεσμικών φορέων εκπροσώπησης της αγοράς με την πολιτική ηγεσία των αρμόδιων υπουργείων, έχει καταστεί κοινή η αντίληψη ότι η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα μπορεί να αποτελέσει μοχλό επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας. Αυτό προϋποθέτει βεβαίως ότι θα υπάρξει συνεχής συνεργασία και διαβούλευση μεταξύ τους με σκοπό την επεξεργασία πραγματικών λύσεων στα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίοι Έλληνες επιχειρηματίες.

Ο κεντρικός στόχος αυτού του διαλόγου της Κυβέρνησης με την αγορά μέσα από τις δομές κοινωνικής εκπροσώπησης ευθυγραμμίζεται με την αναγκαιότητα για άμεση υλοποίηση πολιτικών που θα απεγκλωβίσουν όσο το δυνατόν νωρίτερα  τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις από την ασφυξία στην οποία έχουν περιέλθει εξαιτίας συσσωρευμένων ανασταλτικών παραγόντων, όπως είναι η έλλειψη ρευστότητας, η δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση είτε μέσω των τραπεζών είτε μέσω των κοινοτικών προγραμμάτων, η φοροεπιδρομή, η γραφειοκρατία στο Δημόσιο και βεβαίως η αδυναμία εξυγίανσης του χώρου από πρακτικές παραοικονομίας.

Έγινε ένα σημαντικό βήμα για την υπέρβαση της χρηματοοικονομικής δυσπραγίας μέσα από τις ευεργετικές διατάξεις του ν. 4321/2015 για την τακτοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία με ευνοϊκούς όρους. Υπάρχουν ωστόσο ακόμη μελανά σημεία στο πλαίσιο αυτού που χρήζουν άμεσης βελτίωσης. Σ’ αυτά εντάσσεται τόσο η προκαταβολή φόρου 26% επί της συναλλαγής επιχειρήσεων με χώρες που διέπονται από προνομιακό φορολογικό καθεστώς, όσο και οι διατάξεις περί αλληλέγγυας, προσωπικής και εις ολόκληρον ευθύνης των μη εκτελεστικών εκπροσώπων και μικρομετόχων των νομικών προσώπων που οφείλουν ασφαλιστικές εισφορές, πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις και λοιπές επιβαρύνσεις σε φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά τον χρόνο συγχώνευσης ή διάλυσής τους.

Ενώ λοιπόν η βούληση του νομοθέτη είναι να αντιμετωπίσει συγκεκριμένες παθογένειες, όπως είναι στην πρώτη περίπτωση η αντιμετώπιση του φαινομένου αδιαφανών «τριγωνικών συναλλαγών», που σε σημαντικό βαθμό αυτές ευνοούν τη φοροαποφυγή, αλλά και στην δεύτερη περίπτωση, ο εξορθολογισμός στην άσκηση διοίκησης στις επιχειρήσεις όσον αφορά στην τακτοποίηση των οφειλών τους προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία, παρόλα αυτά ο εξισωτικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων διαμορφώνει ένα περιβάλλον που δεν είναι φιλικό προς την επιχειρηματικότητα, την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και την προσέλκυση επενδύσεων.

Το τελευταίο διάστημα δε παρατηρείται μεγάλη αναστάτωση στην αγορά, καθώς υπάρχει μια κλιμάκωση της απαίτησης πολλών οίκων για προπληρωμή παραγγελιών και πλήρη κάλυψη με έκδοση τραπεζικών εγγυήσεων από την πλευρά των ελληνικών εισαγωγικών επιχειρήσεων. Η αβεβαιότητα που επικρατεί σε σχέση με τις πολιτικές εξελίξεις και ειδικότερα με το αν θα προκύψει συμβιβαστική επωφελής προς τη χώρα συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους, που θα θέσει τέλος στα σενάρια καταστροφολογίας περί εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη και το κοινό νόμισμα, προκαλεί αναταράξεις στις συναλλακτικές επιχειρηματικές σχέσεις.

Η δυσπιστία σε βάρος της ελληνική αγοράς είναι πάλι παρούσα. Λαμβάνει δε ανησυχητικές διαστάσεις ειδικά στον κλάδο του εμπορίου αλλά και στην εγχώρια βιομηχανία και μεταποίηση. Πόσο εύκολο είναι όμως σήμερα για μια εισαγωγική επιχείρηση να προεξοφλεί εις ολόκληρον και μάλιστα τοις μετρητοίς τις παραγγελίες που έχει ανάγκη από το εξωτερικό; Καθόλου. Η πραγματικότητα είναι ότι 200.000 μικρομεσαίες εισαγωγικές επιχειρήσεις αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές απαιτήσεις της λειτουργίας τους. Πέρα από το ζοφερή οικονομική κατάσταση που επικρατεί, καλούνται να βρουν τρόπους να ανταποκριθούν στην απαίτηση για έκδοση «ακριβών» εγγυητικών επιστολών και να αντιμετωπίσουν τη μείωση των ορίων ασφάλισης των πιστώσεων από το εξωτερικό. Ποιοι είναι όμως αυτοί οι τρόποι που δεν θα υποχρεώνουν τον μικρομεσαίο επιχειρηματία να «σπάει» τις παραγγελίες του σε μικρότερης αξίας και δεν θα του αυξάνουν το λειτουργικό κόστος; Είναι αμφίβολο ότι υπάρχουν.

Η επιστροφή στη συναλλακτική εμπιστοσύνη μεταξύ των ξένων αγορών και της ελληνικής εξαρτάται αποκλειστικά από την έκβαση της διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους εταίρους. Σ’ αυτήν έχει εναποθέσει τις ελπίδες της η αγορά για να διαμορφωθεί εκ νέου ένα κλίμα ασφάλειας και εμπιστοσύνης προς όφελος της μικρομεσαίας ελληνικής επιχειρηματικότητας. Από αυτή την εξέλιξη θα καθοριστεί ο θάνατος ή η αναγέννησή της. Ελπίζω να κυριαρχήσει η λογική και το δημόσιο συμφέρον. Να βγούμε επιτέλους από την αδράνεια και το σκοτάδι ενός διαρκώς επερχόμενου τέλους.

 

Άρθρο του Προέδρου της ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη στο περιοδικό Crash στις 26 Μαρτίου 2015