Συνέντευξη του Προέδρου της ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη στην «Κοινωνική Επιθεώρηση

-Με βάση τα στοιχεία της ΕΣΕΕ πώς κινήθηκε ο τζίρος της καλοκαιρινής εκπτωτικής και τουριστικής περιόδου; 

Δυστυχώς οι φόροι κρατούν χαμηλά το τζίρο στην καλοκαιρινή εκπτωτική αγορά και εκ των πραγμάτων η τουριστική κατανάλωση είναι χαμηλής εμπορικής είσπραξης. Τα 23,3 δις€ για φόρους το αμέσως επόμενο διάστημα εκ των οποίων τα 3,344 δις€ για τη καταβολή του ΕΝΦΙΑ φέρνουν «τρικυμία» στην ελληνική αγορά. Η περίοδος των θερινών εκπτώσεων υπερβαίνει τα τελευταία 7 χρόνια της κρίσης περίπου τα 7 δις ευρώ σε τζίρο, με μόνη εξαίρεση το 2015, που ο τζίρος μειώθηκε στα 6,8 δις ευρώ, λόγω των γνωστών πρωτόγνωρων γεγονότων τον περυσινό Ιούλιο και Αύγουστο στη Χώρα μας, με κλειστές τράπεζες, capital controls, δημοψήφισμα, εκλογές, κ.α. Πιστέψαμε ότι φέτος με μεγαλύτερη ηρεμία στην αγορά μετά και τη πρώτη αξιολόγηση, θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στο τζίρο του 2014 και στα 7,2 δις ευρώ, αλλά η μέχρι τώρα κίνηση μας διαψεύδει. Δύσκολα θα ανατραπεί το σκηνικό που ζούμε στην αγορά από την αρχή του καλοκαιριού και ακόμα δυσκολότερα θα αναπληρωθεί ο τζίρος που αναζητούμε μέχρι το τέλος της εκπτωτικής καλοκαιρινής σεζόν στο λιανεμπόριο. Η μείωση του διμήνου Ιουλίου-Αυγούστου 2016 κυμάνθηκε σε πανελλαδικό επίπεδο από 9-11%, με μεγάλους χαμένους τα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά, τα είδη ένδυσης-υπόδησης, ενώ παραδόξως με τόσα εκατομμύρια τουρίστες μείωση 7% παρατηρείται και στο εμπόριο τροφίμων και ποτών. Είναι γεγονός ότι οι τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας, είναι μέσου και χαμηλού εισοδήματος, ενώ ο εγχώριος τουρισμός είχε και φέτος μικρή διάρκεια και ένταση. Το μόνο που μένει να αναρωτηθούμε οι μικρομεσαίοι της αγοράς, που αντέξαμε μέχρι σήμερα, είναι για πόσο ακόμα και με πόσο πιο χαμηλούς τζίρους, μπορούν να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις μας, όταν φέτος οι φόροι, σε αντίθεση με τα έσοδα, είναι αυξημένοι κατά 2,5 δις ευρώ. Πιστεύαμε ότι το «κάθε πέρυσι και καλύτερα» θα αποτελούσε φέτος το καλοκαίρι εξαίρεση, ως προς τις πωλήσεις, αλλά τελικά ίσχυσε και μάλιστα με το παραπάνω στην άμεση και έμμεση φορολόγηση μας.

 

-Όπως αναφέρατε σε πρόσφατη συνέντευξή σας παρατηρήθηκε έκρηξη ακάλυπτων επιταγών στην αγορά τον Ιούλιο, γεγονός που οφείλεται στην αδυναμία των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις. Ως συνομοσπονδία ποιες είναι οι προτάσεις προς την κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο προκειμένου να αντιμετωπισθεί αυτό το τόσο ευαίσθητο θέμα;

Είναι σαφές ότι μιλάμε για έκρηξη των ακάλυπτων επιταγών στην αγορά με μηνιαία μεταβολή κατά 317%! Από τα 48εκ.€ τον Ιούνιο στα 199,5 εκ.€ τον Ιούλιο, σε σύνολο 359 εκ.€ το 7μηνο του 2016. Αυτή η έκρηξη αποτυπώνει την αδιέξοδη κατάσταση στην αγορά και την αδυναμία να ανταποκριθούν οι επιχειρήσεις στις υποχρεώσεις τους. Η ΕΣΕΕ έχει θέσει σε απόλυτη προτεραιότητα δύο σημαντικά αιτήματα σε σχέση με το Υπουργείο Οικονομικών. Το πρώτο αφορά στη θεσμοθέτηση και λειτουργία του ακατάσχετου «τροφοδότη λογαριασμού» δημοσίου και λειτουργικών εξόδων της επιχείρησης, ενώ το δεύτερο μια βελτιωμένη έκδοση της «βοήθειας» των 100 δόσεων για ληξιπρόθεσμες οφειλές. Δυστυχώς, οι θεσμοί προβάλλουν ατεκμηρίωτες και ανυπόστατες δικαιολογίες, ενώ δεν φαίνεται να έχουν την πρόθεση να εγκαταλείψουν την αυστηρά τιμωρητική στάση τους, ώστε να αντιληφθούν την αναγκαιότητα άμεσης εφαρμογής τους. Με τις προτάσεις μας ουσιαστικά επιβεβαιώνουμε το γεγονός, ότι ο Έλληνας μικρομεσαίος δεν θέλει να χρωστάει, δεν θέλει να παραιτηθεί αμαχητί των υποχρεώσεων του, αλλά να του δοθεί η 2η ευκαιρία για να το παλέψει. Οι δανειστές εάν πράγματι δεν θέλουν να βγάλουν από τα πόδια τους τους μικρούς και να εξαγοράσουν μέσω Τραπεζών τις μεγάλες επιχειρήσεις, οφείλουν να αποδεχθούν, ότι στα 20 δικά τους προαπαιτούμενα του Σεπτεμβρίου και οι Έλληνες επιχειρηματίες έχουν τουλάχιστον το δικαίωμα σε 2 προαπαιτούμενα για να πληρώσουν αυτά που οφείλουν, αντί να χρεοκοπήσουν. Είναι λοιπόν αυτονόητο και θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους οι δανειστές ότι οι σημερινές εξαιρετικά ευμετάβλητες συνθήκες στην αγορά και η υπερφορολόγηση, δεν είναι αντίστοιχες με οικονομικές δυνατότητες των επιχειρήσεων.

 

-Ποια η άποψή σας για την «μνημονιακή ανάπτυξη»και τις ιδιωτικοποιήσεις στις οποίες προχώρησε το κυβερνητικό επιτελείο; Μπορούν να φέρουν αέρα ανανέωσης στην αγορά; 

Από το 2010 και έπειτα η οικονομία της χώρας βρίσκεται στη «μέγγενη» των μνημονιακών υποχρεώσεων. Αυτός ο περιορισμός διαμορφώνει και αυτή την κατάσταση της «μνημονιακής ανάπτυξης» η οποία είναι ατελής και περιορισμένη. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αξιοποιήσουμε όλες τις δυνατότητες που μπορεί να μας δώσει αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο και να μεθοδεύσουμε όσο γίνεται γρηγορότερα και την απαλλαγή μας απ’ αυτό. Ως εκ τούτου οποιαδήποτε προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων σίγουρα θα δώσει «αέρα ανανέωσης», όπως λέτε, στην αγορά καθώς θα θέσει σε κίνηση την αναπτυξιακή διαδικασία. Αρκεί, βέβαια, η «ιδιωτικοποίηση» να ‘χει αναπτυξιακά χαρακτηριστικά και προσανατολισμό και να μην συνιστά απλά εκποίηση με βραχυπρόθεσμα οφέλη για την οικονομία. Για παράδειγμα, η περίπτωση των επενδύσεων της COSCO αντιστοιχεί στο θετικό σενάριο όπου η ιδιωτικοποίηση αναβαθμίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό το λιμάνι του Πειραιά και καθίσταται δίαυλος για την εισροή κεφαλαίων από την Κίνα στη χώρα.

 

-Οι γεωπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών (brexit-πραξικόπημα στην Τουρκία- συριακός εμφύλιος- μεταναστευτικό/προσφυγικό) είχαν/έχουν αντίκτυπο στην εγχώρια αγορά;

Οιεσδήποτε εξωτερικές εξελίξεις σε γειτονικές χώρες αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιδρούν στην ελληνική οικονομία και στην ελληνική αγορά. Ζούμε σε μία εποχή έντονων αναταράξεων που επηρεάζουν στο status quo της προηγούμενης περιόδου και δημιουργούν αβεβαιότητα για το μέλλον. Το προσφυγικό είναι ένα πρόβλημα που μας αφορά άμεσα και πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα από ένα πρίσμα ανθρωπισμού αλλά και κοινής λογικής. Είναι σαφές ότι τα ελληνικά νησιά υπέστησαν μεγάλες οικονομικές απώλειες λόγω της συγκεκριμένης κατάστασης και τα hot-spots ενίοτε οδηγούν σε συνθήκες εξαθλίωσης. Εκ των πραγμάτων, όμως, οι λύσεις των προβλημάτων αυτών δε βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια μας· χρειάζονται να ληφθούν πανευρωπαϊκής εμβέλειας και δέσμευσης. Και σίγουρα η πολιτική αναταραχή στην Τουρκία μετά το πραξικόπημα εντείνει το κλίμα αβεβαιότητας. Ως προς το Brexit ήταν αναμενόμενο ότι η επιλογή των βρετανών πολιτών θα πλήξει σε πρώτη φάση τις περισσότερο αδύναμες οικονομικά χώρες της Ε.Ε., κυρίως στο επίπεδο της εισροής επενδύσεων. Είναι μια μεγάλη οικονομία με την οποία η Ελλάδα έχει εμπορικές συναλλαγές 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ και μάλιστα με πολύ ισορροπημένο εμπορικό ισοζύγιο, δηλαδή εξαγωγές 1,2 και οι εισαγωγές 1,3 και σε είδη τεχνολογίας και βιομηχανικά και όχι μόνο αγροτικά. Επιπλέον, περίπου 2,4 εκατομμύρια Βρετανοί τουρίστες έρχονται στη χώρα και δαπανούν περίπου 2 δισεκατομμύρια το χρόνο. Αναμένουμε με αγωνία και ενδιαφέρον τις εξελίξεις για να καταλάβουμε κι εμείς προς τα που οδεύει η κατάσταση.

 

Συνέντευξη του Προέδρου της ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη

στην «Κοινωνική Επιθεώρηση» στις 30 Αυγούστου 2016